Πιάνομαι στα ισλανδικά

Μετάφραση: πιάνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grip, gripi, botnstykkinu, gripið, grip á
Πιάνομαι στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιάνομαι

πιάνομαι εξ απήνης, πιάνομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πιάνομαι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πηδώ στα ισλανδικά - stökkva, stökk, hoppa, Fara, hoppa í
  • πηνίο στα ισλανδικά - spool, prentraðarmöppu
  • πιάνω στα ισλανδικά - tak, afli, hald, grípa, Corral
  • πιάτο στα ισλανδικά - réttur, diskur, námskeið, fat, borðkrókur
Τυχαίες λέξεις
Πιάνομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: grip, gripi, botnstykkinu, gripið, grip á