Πιάνομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: πιάνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grepp, greppet, grip
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιάνομαι
πιάνομαι εξ απήνης, πιάνομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, πιάνομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πηδώ στα σουηδικά - språng, hoppa, hopp, hoppar, gå, att hoppa, jump
- πηνίο στα σουηδικά - ring, spole, spolen, spool, polen, sliden
- πιάνω στα σουηδικά - ertappa, tag, uppfatta, gripa, corral, corralen, inhägnaden, ...
- πιάτο στα σουηδικά - lopp, fat, rätt, tallrik, kurs, skiva, skålen, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιάνομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: grepp, greppet, grip
Μεταφράσεις: grepp, greppet, grip