Πιάνομαι στα σλοβενικά
Μετάφραση: πιάνομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
grip, oprijem, ročaj, prijem, oprijema
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιάνομαι
πιάνομαι εξ απήνης, πιάνομαι λεξικό γλώσσας σλοβενικά, πιάνομαι στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- πηδώ στα σλοβενικά - skočiti, skok, skočit, skákat, skoči, skočite, skočil
- πηνίο στα σλοβενικά - spool, svitek, vreteno, čakalni, tuljava
- πιάνω στα σλοβενικά - loviti, uloviti, žebrat, gripa, spojka, corral, ograde, ...
- πιάτο στα σλοβενικά - jed, cedilka, pouk, krožnik, kurz, dish, pomivalni
Τυχαίες λέξεις
Πιάνομαι στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: grip, oprijem, ročaj, prijem, oprijema
Μεταφράσεις: grip, oprijem, ročaj, prijem, oprijema