Πιάνομαι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πιάνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дзяржальня, рукаятка, ручка, тронак
Πιάνομαι στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιάνομαι

πιάνομαι εξ απήνης, πιάνομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πιάνομαι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πηδώ στα λευκορωσικά - скакаць
  • πηνίο στα λευκορωσικά - шпулька, катушка
  • πιάνω στα λευκορωσικά - узяць, глядзець, загон, кашара, загарадзь, загона, для загона гэты замак
  • πιάτο στα λευκορωσικά - шлях, краiна, талерка, стопень, блюдо, дарога, страва, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιάνομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дзяржальня, рукаятка, ручка, тронак