Πληθωριστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: πληθωριστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verðbólguþrýstingur, verðbólguþrýstingi, verðbólguáhrif, Verðbólguáhrifin, að verðbólguþrýstingur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληθωριστικός
πληθωριστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πληθωριστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πληγώνω στα ισλανδικά - særa, Mæra, skaða mikinn, þar skaða mikinn
- πληθυσμός στα ισλανδικά - íbúar, fólksfjöldi, íbúa, Íbúum, þýði, íbúafjöldi
- πληθώρα στα ισλανδικά - upphlaup, at, ofgnótt
- πληκτικός στα ισλανδικά - hugmyndasnauður, uninteresting, óspennandi, Leiðinlegt
Τυχαίες λέξεις
Πληθωριστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: verðbólguþrýstingur, verðbólguþrýstingi, verðbólguáhrif, Verðbólguáhrifin, að verðbólguþrýstingur
Μεταφράσεις: verðbólguþrýstingur, verðbólguþrýstingi, verðbólguáhrif, Verðbólguáhrifin, að verðbólguþrýstingur