Πληθωριστικός στα σουηδικά
Μετάφραση: πληθωριστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inflations, inflatorisk, inflationsdrivande, inflation, inflations-
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πληθωριστικός
πληθωριστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, πληθωριστικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πληγώνω στα σουηδικά - såra, scathe
- πληθυσμός στα σουηδικά - folkmängd, population, befolkning, populationen, befolkningen, befolknings
- πληθώρα στα σουηδικά - uppsjö, plethora, mängd, överflöd, massor
- πληκτικός στα σουηδικά - ledsam, tråkig, långtråkig, matt, ointressant, ointressanta
Τυχαίες λέξεις
Πληθωριστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inflations, inflatorisk, inflationsdrivande, inflation, inflations-
Μεταφράσεις: inflations, inflatorisk, inflationsdrivande, inflation, inflations-