Πολλαπλασιάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: πολλαπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
margfalda, fjölga, að margfalda, margfaldað, margfaldast
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολλαπλασιάζω
πολλαπλασιάζω με διάφορους τρόπους, πολλαπλασιάζω με τριψήφιο πολλαπλασιαστή, πολλαπλασιάζω και διαιρώ δ δημοτικού, πολλαπλασιάζω στα αγγλικα, πολλαπλασιάζω και διαιρώ, πολλαπλασιάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πολλαπλασιάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πολιτιστικός στα ισλανδικά - menningar, menningarleg, menningarlega, menningar-, menningarlegum
- πολλά στα ισλανδικά - a, fyrir, á, er, að
- πολλαπλασιασμός στα ισλανδικά - margföldun, fjölgun, margfeldi, margföldunarmerki
- πολλαπλός στα ισλανδικά - margfeldi, margar, mörgum, mörg, endurtekna
Τυχαίες λέξεις
Πολλαπλασιάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: margfalda, fjölga, að margfalda, margfaldað, margfaldast
Μεταφράσεις: margfalda, fjölga, að margfalda, margfaldað, margfaldast