Προκύπτω στα ισλανδικά

Μετάφραση: προκύπτω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
renna, safna, rennur, safnar, falla til
Προκύπτω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προκύπτω

προκύπτουν συνώνυμο, προκύπτω γαλλικά, προκύπτω μεταφραση, προκύπτω english, προκύπτω στα αγγλικά, προκύπτω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προκύπτω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • προκυμαία στα ισλανδικά - Waterfront, sjávarbakkann, við sjávarbakkann, sjávarsíðu
  • προκόβω στα ισλανδικά - blómstra, dafna, að blómstra, blómgast, blómstra á
  • προλέγω στα ισλανδικά - foretell, spá fyrir, spá fyrir um
  • προλαβαίνω στα ισλανδικά - hindra, forða, fyrirbyggja, veg, forestall, afstýra, veg fyrir
Τυχαίες λέξεις
Προκύπτω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: renna, safna, rennur, safnar, falla til