Προκύπτω στα ουγγρικά
Μετάφραση: προκύπτω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
növekszik, származik, gyűlnek, halmozódnak, illetik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκύπτω
προκύπτουν συνώνυμο, προκύπτω γαλλικά, προκύπτω μεταφραση, προκύπτω english, προκύπτω στα αγγλικά, προκύπτω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, προκύπτω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- προκυμαία στα ουγγρικά - vízpart, vízparti, vízparton, waterfront, vízpartra
- προκόβω στα ουγγρικά - cikornya, fejlődik, virágzik, virágozni, virágzását
- προλέγω στα ουγγρικά - megjövendöl, megjósolni, előre megmondani
- προλαβαίνω στα ουγγρικά - megelőz, gátat vet, megelőzzék, megelőzni, elejét
Τυχαίες λέξεις
Προκύπτω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: növekszik, származik, gyűlnek, halmozódnak, illetik
Μεταφράσεις: növekszik, származik, gyűlnek, halmozódnak, illetik