Συντριπτικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: συντριπτικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
alger, mylja, að mylja, crushing, mala
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντριπτικός
συντριπτικόσ συνώνυμο, συντριπτικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συντριπτικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συντονισμός στα ισλανδικά - samhæfing, samhæfingu, samræmingu, samræming, samræma
- συντρίβω στα ισλανδικά - rota, squelch
- συντροφιά στα ισλανδικά - félagsskapur, félagsskap
- συνυπάρχω στα ισλανδικά - lifa, lifa saman, að lifa saman, tilheyrt
Τυχαίες λέξεις
Συντριπτικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: alger, mylja, að mylja, crushing, mala
Μεταφράσεις: alger, mylja, að mylja, crushing, mala