Συντριπτικός στα σουηδικά

Μετάφραση: συντριπτικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krossning, kross, krossa, krossan, att krossa
Συντριπτικός στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντριπτικός

συντριπτικόσ συνώνυμο, συντριπτικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, συντριπτικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • συντονισμός στα σουηδικά - samordning, samordningen, samordnings, samordna, samordning av
  • συντρίβω στα σουηδικά - stöt, rusa, tankstreck, slicka, slänga, squelch, krossa, ...
  • συντροφιά στα σουηδικά - kamratskap, sällskap, companion, companionship, vänskapsrelationer
  • συνυπάρχω στα σουηδικά - samexistera, samexisterar, existera samtidigt, till samtidigt, existera
Τυχαίες λέξεις
Συντριπτικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: krossning, kross, krossa, krossan, att krossa