Συντριπτικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: συντριπτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
knusing, knuse, crushing, knusende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συντριπτικός
συντριπτικόσ συνώνυμο, συντριπτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συντριπτικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- συντονισμός στα νορβηγικά - koordinering, samordning, koordinasjon, koordineringen, koordinerings
- συντρίβω στα νορβηγικά - slikke, bindestrek, fare, brak, squelch, støyfilter, kvele, ...
- συντροφιά στα νορβηγικά - kameratskap, companionship, companion, fellesskap, vennskap
- συνυπάρχω στα νορβηγικά - sameksistere, sameksisterer, eksistere, sameksistens, eksistere sammen
Τυχαίες λέξεις
Συντριπτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: knusing, knuse, crushing, knusende
Μεταφράσεις: knusing, knuse, crushing, knusende