Τσιμέντο στα ισλανδικά
Μετάφραση: τσιμέντο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sement, sementi, sements
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιμέντο
τσιμέντο ταχείας πήξεως, τσιμέντο άμμος αναλογία, τσιμέντο τιμές, τσιμέντο και σκυρόδεμα, τσιμέντο αναλογίες, τσιμέντο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τσιμέντο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τσιγκούνης στα ισλανδικά - meina, ætla, stingy
- τσιλιαδόρος στα ισλανδικά - Lookout, útsýnisturninn
- τσιμπίδα στα ισλανδικά - nippers
- τσιμπιδάκι στα ισλανδικά - hárnál, hairgrip
Τυχαίες λέξεις
Τσιμέντο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sement, sementi, sements
Μεταφράσεις: sement, sementi, sements