Τσιμέντο στα τούρκικα
Μετάφραση: τσιμέντο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çimento, çimentosu, beton
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιμέντο
τσιμέντο ταχείας πήξεως, τσιμέντο άμμος αναλογία, τσιμέντο τιμές, τσιμέντο και σκυρόδεμα, τσιμέντο αναλογίες, τσιμέντο λεξικό γλώσσας τούρκικα, τσιμέντο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- τσιγκούνης στα τούρκικα - orta, cimri, hasis, paragöz, stingy, cimrilik, cimri bir
- τσιλιαδόρος στα τούρκικα - manzara, dikkat, gözetleme, gözcü, lookout
- τσιμπίδα στα τούρκικα - pense, penseler, için penseler, tutaçlar, pensi
- τσιμπιδάκι στα τούρκικα - toka, saç tokası
Τυχαίες λέξεις
Τσιμέντο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çimento, çimentosu, beton
Μεταφράσεις: çimento, çimentosu, beton