Τσιμέντο στα ισπανικά

Μετάφραση: τσιμέντο, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cemento, consolidar, de cemento, el cemento, del cemento, cemento de
Τσιμέντο στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιμέντο

τσιμέντο ταχείας πήξεως, τσιμέντο άμμος αναλογία, τσιμέντο τιμές, τσιμέντο και σκυρόδεμα, τσιμέντο αναλογίες, τσιμέντο λεξικό γλώσσας ισπανικά, τσιμέντο στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • τσιγκούνης στα ισπανικά - flaco, vil, medio, enjuto, promedio, avaro, piojoso, ...
  • τσιλιαδόρος στα ισπανικά - vigía, centinela, estar atento, mirador, puesto de observación, acecho
  • τσιμπίδα στα ισπανικά - tenazas, pinzas, alicates, pinzas para, pinzas de
  • τσιμπιδάκι στα ισπανικά - hairgrip, del hairgrip, hairgrip del, hairgrip de, el hairgrip
Τυχαίες λέξεις
Τσιμέντο στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: cemento, consolidar, de cemento, el cemento, del cemento, cemento de