Αξιωματικός στα ισπανικά
Μετάφραση: αξιωματικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
empleado, oficial, guardia, policía, funcionario, oficial de, agente, funcionario de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιωματικός
αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός ορισμός πιθανότητας, αξιωματικός ε.α. - σασ φτυνω στα μουτρα αλητεσ, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, αξιωματικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- αξιοσημείωτα στα ισπανικά - notable, extraordinariamente, notablemente, muy, sorprendentemente
- αξιοσημείωτος στα ισπανικά - señalado, afamado, renombrado, perceptible, sensible, ilustre, notable, ...
- αξιόλογος στα ισπανικά - considerable, macizo, fuerte, sólido, sensible, importante, notable, ...
- αξιόπιστος στα ισπανικά - seguro, fiable, de confianza, confiable, fiables
Τυχαίες λέξεις
Αξιωματικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: empleado, oficial, guardia, policía, funcionario, oficial de, agente, funcionario de
Μεταφράσεις: empleado, oficial, guardia, policía, funcionario, oficial de, agente, funcionario de