Αξιωματικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: αξιωματικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
policininkas, pareigūnas, duodantis, duodantis pareigūnas, pareigūnui, pareigūno
Αξιωματικός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιωματικός

αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός ορισμός πιθανότητας, αξιωματικός ε.α. - σασ φτυνω στα μουτρα αλητεσ, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αξιωματικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αξιοσημείωτα στα λιθουανικά - nepaprastai, neįprastai, stebėtinai, itin, puikiai
  • αξιοσημείωτος στα λιθουανικά - garsus, nepaprastas, pažymėtinas, Pažymėtina, pažymėti
  • αξιόλογος στα λιθουανικά - žymus, grynas, pastebimas, išsiskiria, įsidėmėtina, pastebima
  • αξιόπιστος στα λιθουανικά - patikimas, yra patikimas, patikima, patikimumas, patikimos
Τυχαίες λέξεις
Αξιωματικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: policininkas, pareigūnas, duodantis, duodantis pareigūnas, pareigūnui, pareigūno