Αξιωματικός στα σουηδικά

Μετάφραση: αξιωματικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
officiell, officer, tjänsteman, polis, utanordnaren, officeren, kommenderar
Αξιωματικός στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιωματικός

αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός ορισμός πιθανότητας, αξιωματικός ε.α. - σασ φτυνω στα μουτρα αλητεσ, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, αξιωματικός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αξιοσημείωτα στα σουηδικά - anmärkningsvärt, remarkably, påfallande, förvånansvärt, synnerligen
  • αξιοσημείωτος στα σουηδικά - berömd, påfallande, ryktbar, kännbar, anmärkningsvärd, noteworthy, anmärkningsvärt, ...
  • αξιόλογος στα σουηδικά - betydlig, avsevärd, betydande, ansenlig, fast, stadig, gedigen, ...
  • αξιόπιστος στα σουηδικά - tillförlitlig, pålitlig, tillförlitliga, tillförlitligt, pålitliga
Τυχαίες λέξεις
Αξιωματικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: officiell, officer, tjänsteman, polis, utanordnaren, officeren, kommenderar