Αξιωματικός στα τούρκικα
Μετάφραση: αξιωματικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
resmi, subay, memuru, görevlisi, subayı, memur
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιωματικός
αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός ορισμός πιθανότητας, αξιωματικός ε.α. - σασ φτυνω στα μουτρα αλητεσ, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αξιωματικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αξιοσημείωτα στα τούρκικα - derece, oldukça, son derece, belirgin, dikkat çekici
- αξιοσημείωτος στα τούρκικα - tanınmış, ünlü, önemli, dikkat çekicidir, kayda değer, dikkate değer, dikkat çekmektedir
- αξιόλογος στα τούρκικα - sağlam, sıkı, önemli, devamlı, dayanıklı, katı, dikkate değer, ...
- αξιόπιστος στα τούρκικα - güvenilir, sağlam güvenilir, güvenilir bir, ara güvenilir
Τυχαίες λέξεις
Αξιωματικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: resmi, subay, memuru, görevlisi, subayı, memur
Μεταφράσεις: resmi, subay, memuru, görevlisi, subayı, memur