Αξιωματικός στα εσθονικά

Μετάφραση: αξιωματικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ametiisik, ohvitser, ametlik, ametnik, käsutaja, ametniku, käsutajale
Αξιωματικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιωματικός

αξιωματικός στρατού μισθος, αξιωματικός ορισμός πιθανότητας, αξιωματικός ε.α. - σασ φτυνω στα μουτρα αλητεσ, αξιωματικός πολεμικού ναυτικού, αξιωματικός πυροσβεστικής, αξιωματικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, αξιωματικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αξιοσημείωτα στα εσθονικά - märkimisväärne, märkimisväärselt, tähelepanuväärselt, oluliselt, märgatavalt, tunduvalt
  • αξιοσημείωτος στα εσθονικά - tähelepanuväärne, märkimisväärne
  • αξιόλογος στα εσθονικά - märkimisväärne, mahukas, kaalukas, tähelepanuväärne, märkimisväärset, märkimisväärseid, märkimisväärsed
  • αξιόπιστος στα εσθονικά - usaldusväärne, usaldusväärsed, usaldusväärset, usaldusväärse, usaldusväärseid
Τυχαίες λέξεις
Αξιωματικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ametiisik, ohvitser, ametlik, ametnik, käsutaja, ametniku, käsutajale