Διαστολή στα ισπανικά
Μετάφραση: διαστολή, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amplificación, dilatación, expansión, agrandamiento, ampliación, la expansión, de expansión, expansión de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαστολή
διαστολή τραχήλου, διαστολή νερού, διαστολή κόρης ματιού, διαστολή συστολή, διαστολή συστολή νερού, διαστολή λεξικό γλώσσας ισπανικά, διαστολή στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- διασταλτός στα ισπανικά - dilatable, dilatables
- διασταύρωση στα ισπανικά - reunión, empalme, conjunción, unión, cruce, de unión, de conexiones
- διαστρεβλώνω στα ισπανικά - mutilar, garble, de mutilación, falsear
- διασυρμός στα ισπανικά - humillación, ridiculizar, degradación, vilipendio, difamación, denigración, la denigración, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαστολή στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: amplificación, dilatación, expansión, agrandamiento, ampliación, la expansión, de expansión, expansión de
Μεταφράσεις: amplificación, dilatación, expansión, agrandamiento, ampliación, la expansión, de expansión, expansión de