Εξάπλωση στα ισπανικά

Μετάφραση: εξάπλωση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ampliación, expansión, agrandamiento, esparcimiento, extensión, difusión, propagación, difundir
Εξάπλωση στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάπλωση

εξάπλωση των τούρκων, εξάπλωση αγγλικά, εξάπλωση των αράβων, εξάπλωση συνώνυμο, εξάπλωση χριστιανισμού, εξάπλωση λεξικό γλώσσας ισπανικά, εξάπλωση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • εξάμηνο στα ισπανικά - semestre, medio, mitad, la mitad, mitad de, la mitad de
  • εξάνθημα στα ισπανικά - salpullido, sarpullido, erupción, imprudente, erupción cutánea, exantema
  • εξάπτω στα ισπανικά - encender, inflamar, excitar, excitar a, emocionar, excitan, entusiasmar
  • εξάρθρωση στα ισπανικά - dislocación, luxación, la dislocación, desplazamiento, la luxación
Τυχαίες λέξεις
Εξάπλωση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: ampliación, expansión, agrandamiento, esparcimiento, extensión, difusión, propagación, difundir