Εξάπλωση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: εξάπλωση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ширење, шири, ширење на, се шири, ширењето
Εξάπλωση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάπλωση

εξάπλωση των τούρκων, εξάπλωση αγγλικά, εξάπλωση των αράβων, εξάπλωση συνώνυμο, εξάπλωση χριστιανισμού, εξάπλωση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εξάπλωση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εξάμηνο στα σλαβομακεδονικά - половина година, пол година, пол години, полугодие, пол годишна
  • εξάνθημα στα σλαβομακεδονικά - исип, осип, осипот, исип на, исипот
  • εξάπτω στα σλαβομακεδονικά - возбуди, се возбуди, восхитување, возбудуваат, возбудува
  • εξάρθρωση στα σλαβομακεδονικά - дислокација, дислоцирање, дислокацијата, дислокација на, преместувањето
Τυχαίες λέξεις
Εξάπλωση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ширење, шири, ширење на, се шири, ширењето