Θρησκευόμενος στα ισπανικά
Μετάφραση: θρησκευόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
religioso, devoto, religiosa, religiosos, religiosas, religión
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρησκευόμενος
θρησκευόμενος λεξικό γλώσσας ισπανικά, θρησκευόμενος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- θρησκεία στα ισπανικά - fe, religión, la religión, religion, de religión
- θρησκευτικός στα ισπανικά - religioso, devoto, religiosa, religiosos, religiosas, religión
- θριαμβευτικά στα ισπανικά - jubilosamente, júbilo, con júbilo, jubiloso, jubilosos
- θριαμβευτικός στα ισπανικά - triunfante, triunfal, triunfo, triunfantes, de triunfo
Τυχαίες λέξεις
Θρησκευόμενος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: religioso, devoto, religiosa, religiosos, religiosas, religión
Μεταφράσεις: religioso, devoto, religiosa, religiosos, religiosas, religión