Κοκκινίζω στα ισπανικά
Μετάφραση: κοκκινίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
enrojecer, enrojecerse, sonrojarse, ruborizarse, rubor, sonrojo, ruboriza, se ruboriza, blush
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοκκινίζω
κοκκινίζω όταν μιλάω, κοκκινίζω αγγλικά, κοκκινίζω από ντροπή, γιατί κοκκινίζω, κοκκινίζω λεξικό γλώσσας ισπανικά, κοκκινίζω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κοιτάζω στα ισπανικά - ver, aguardar, vistazo, esperar, parecer, mirada, cara, ...
- κοκαλιάρης στα ισπανικά - enjuto, flaco, flaca, delgado, delgada, skinny
- κοκκώδης στα ισπανικά - granular, granulado, granulares, granuloso, granuloso de
- κολάζω στα ισπανικά - castigar, castigo a, castigo a todos, castigo a todos los, disciplino
Τυχαίες λέξεις
Κοκκινίζω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: enrojecer, enrojecerse, sonrojarse, ruborizarse, rubor, sonrojo, ruboriza, se ruboriza, blush
Μεταφράσεις: enrojecer, enrojecerse, sonrojarse, ruborizarse, rubor, sonrojo, ruboriza, se ruboriza, blush