Κοκκινίζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: κοκκινίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rødme, strøm, blush, rouge
Κοκκινίζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοκκινίζω

κοκκινίζω όταν μιλάω, κοκκινίζω αγγλικά, κοκκινίζω από ντροπή, γιατί κοκκινίζω, κοκκινίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, κοκκινίζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • κοιτάζω στα νορβηγικά - mine, blikk, øyekast, forvente, se, ser, let, ...
  • κοκαλιάρης στα νορβηγικά - skinny, radmager, mager, tynn, tynne
  • κοκκώδης στα νορβηγικά - granulat, granulær, kornet, kornete, granulert
  • κολάζω στα νορβηγικά - chasten, tukter, tukte
Τυχαίες λέξεις
Κοκκινίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: rødme, strøm, blush, rouge