Κοκκινίζω στα ρουμανικά

Μετάφραση: κοκκινίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bogat, roși, fard de obraz, blush, fard, obraz
Κοκκινίζω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοκκινίζω

κοκκινίζω όταν μιλάω, κοκκινίζω αγγλικά, κοκκινίζω από ντροπή, γιατί κοκκινίζω, κοκκινίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κοκκινίζω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • κοιτάζω στα ρουμανικά - aştepta, privire, uite, uiti, te uiti, se uite, sa te uiti
  • κοκαλιάρης στα ρουμανικά - slab, skinny, slabă, slăbănog, slabe
  • κοκκώδης στα ρουμανικά - granular, granulară, granule, granulare, de granule
  • κολάζω στα ρουμανικά - cizela, pedepsesc pe toți aceia, pedepsesc pe toți, pedepsesc pe, pedepsesc pe toti aceia
Τυχαίες λέξεις
Κοκκινίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: bogat, roși, fard de obraz, blush, fard, obraz