Κοκκινίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: κοκκινίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
turtingas, nurausti, paraudimas, išrausti, išraudonuoti, nuraudimas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοκκινίζω
κοκκινίζω όταν μιλάω, κοκκινίζω αγγλικά, κοκκινίζω από ντροπή, γιατί κοκκινίζω, κοκκινίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κοκκινίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κοιτάζω στα λιθουανικά - laukti, žvilgsnis, žiūrėti, ieškoti, atrodo, pažvelgti, surasti
- κοκαλιάρης στα λιθουανικά - liesas, Wybiedzony, nuteistas, skinny
- κοκκώδης στα λιθουανικά - granuliuotas, granulių, granulės, grūdėti, granuliuoto
- κολάζω στα λιθουανικά - bausti, drausminu, Atgrasyti, drausminti
Τυχαίες λέξεις
Κοκκινίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: turtingas, nurausti, paraudimas, išrausti, išraudonuoti, nuraudimas
Μεταφράσεις: turtingas, nurausti, paraudimas, išrausti, išraudonuoti, nuraudimas