Παλιμβουλία στα ισπανικά
Μετάφραση: παλιμβουλία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
inconstancia, alterabilidad, tergiversator
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλιμβουλία
παλιμβουλία λεξικό γλώσσας ισπανικά, παλιμβουλία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- παλιάνθρωπος στα ισπανικά - bergante, bribón, pícaro, mofeta, skunk, zorrillo, la mofeta, ...
- παλικαρισμός στα ισπανικά - valentía, bullying, intimidación, la intimidación, acoso, el acoso
- παλλόμενος στα ισπανικά - latido, leña, paliza, pulsante, palpitante, pulsátil, vibrante, ...
- παλμός στα ισπανικά - pulso, pulsación, latido, palpitación, palpitar, vibración, latir
Τυχαίες λέξεις
Παλιμβουλία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: inconstancia, alterabilidad, tergiversator
Μεταφράσεις: inconstancia, alterabilidad, tergiversator