Παλιμβουλία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παλιμβουλία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tergiversator
Παλιμβουλία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλιμβουλία

παλιμβουλία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παλιμβουλία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παλιάνθρωπος στα πορτογαλικά - traste, canalha, biltre, jaritataca, Skunk, gambá, da jaritataca, ...
  • παλικαρισμός στα πορτογαλικά - assédio moral, o bullying, o assédio moral, intimidação, tiranizar
  • παλλόμενος στα πορτογαλικά - pulsante, pulsando, pulsar, pulsação, pulsátil
  • παλμός στα πορτογαλικά - pulse, pulso, pulsar, palpitação, latejar, palpitar, throb
Τυχαίες λέξεις
Παλιμβουλία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: tergiversator