Παλιμβουλία στα φινλανδικά

Μετάφραση: παλιμβουλία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tergiversator
Παλιμβουλία στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλιμβουλία

παλιμβουλία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, παλιμβουλία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • παλιάνθρωπος στα φινλανδικά - retku, roisto, hätäillä, lurjus, vekkuli, hulttio, nulikka, ...
  • παλικαρισμός στα φινλανδικά - kiusaaminen, kiusaamisen, kiusaamista, kiusaamiseen, kiusaamisesta
  • παλλόμενος στα φινλανδικά - pahoinpitely, huojunta, sykkivä, sykkivän, sykkivää, sykkii, sykkivässä
  • παλμός στα φινλανδικά - syke, sysäys, pulssi, tykytys, tykyttää, jyskyttää, sykkiä, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλιμβουλία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tergiversator