Έθιμο στα ιταλικά

Μετάφραση: έθιμο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
costume, usanza, consuetudine, dogana, uso, abitudine, personalizzato
Έθιμο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έθιμο

έθιμο της αγάπης, έθιμο του «κουκουμά» στη σύμη, έθιμο του μάρτη, έθιμο μάρτης, έθιμο χαρταετού, έθιμο λεξικό γλώσσας ιταλικά, έθιμο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • έδρανο στα ιταλικά - banco, panchina, cuscinetto, sgabello, panca, bancale, cuscinetti, ...
  • έθιμα στα ιταλικά - dogana, doganale, doganali, costumi, in dogana
  • έθνος στα ιταλικά - popolo, nazione, paese, nazionale, nazioni
  • έκβαση στα ιταλικά - derivare, risultare, effetto, conseguenza, risultato, esito, risultati, ...
Τυχαίες λέξεις
Έθιμο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: costume, usanza, consuetudine, dogana, uso, abitudine, personalizzato