Έθιμο στα τούρκικα
Μετάφραση: έθιμο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gelenek, alışkanlık, görenek, özel, özel bir, Sipariş, Sipariş üzerine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έθιμο
έθιμο της αγάπης, έθιμο του «κουκουμά» στη σύμη, έθιμο του μάρτη, έθιμο μάρτης, έθιμο χαρταετού, έθιμο λεξικό γλώσσας τούρκικα, έθιμο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- έδρανο στα τούρκικα - tabure, pislik, çehre, tavır, tezgâh, sıra, iskemle, ...
- έθιμα στα τούρκικα - gümrük, Customs, Gümrükler, gelenekler
- έθνος στα τούρκικα - ulus, millet, milletin, milleti, ulusun
- έκβαση στα τούρκικα - etki, eriyik, çözüm, sonuç, sonucu, sonuçları, sonucudur, ...
Τυχαίες λέξεις
Έθιμο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: gelenek, alışkanlık, görenek, özel, özel bir, Sipariş, Sipariş üzerine
Μεταφράσεις: gelenek, alışkanlık, görenek, özel, özel bir, Sipariş, Sipariş üzerine