Αρμόδιος στα ιταλικά
Μετάφραση: αρμόδιος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
responsabile, competente, competenti, competenza
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρμόδιος
αρμόδιος συνώνυμα, αρμόδιος δικαστικός επιμελητής, αρμόδιος τσιβάς, αρμόδιος αντωνυμο, αρμόδιος δρίκος, αρμόδιος λεξικό γλώσσας ιταλικά, αρμόδιος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αρμοδιότητα στα ιταλικά - dominio, provincia, competenza, competenze, la competenza, di competenza, competente
- αρμονία στα ιταλικά - concordia, armonia, l'armonia, sintonia, dell'armonia, un'armonia
- αρμόζω στα ιταλικά - vestito, processo, soddisfare, procedimento, divenire, lite, diventare, ...
- αρμόζων στα ιταλικά - adatto, adattamento, adatta, montaggio, raccordo
Τυχαίες λέξεις
Αρμόδιος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: responsabile, competente, competenti, competenza
Μεταφράσεις: responsabile, competente, competenti, competenza