Αρμόδιος στα φινλανδικά
Μετάφραση: αρμόδιος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vastuullinen, pätevä, toimivaltaisten, toimivaltaisen, toimivaltainen, toimivaltaiset
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρμόδιος
αρμόδιος συνώνυμα, αρμόδιος δικαστικός επιμελητής, αρμόδιος τσιβάς, αρμόδιος αντωνυμο, αρμόδιος δρίκος, αρμόδιος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αρμόδιος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αρμοδιότητα στα φινλανδικά - maatila, kilpailukyky, toimivalta, tilus, kenttä, kyvykkyys, seutu, ...
- αρμονία στα φινλανδικά - mukailla, yksi, yhtenäisyys, suostua, eheys, hyväksyä, sopu, ...
- αρμόζω στα φινλανδικά - kokopuku, tulla, oikeudenkäynti, istua, soveltua, oikeusjuttu, saapua, ...
- αρμόζων στα φινλανδικά - asennus, sopiva, asentamisesta, asentaminen, asennusta
Τυχαίες λέξεις
Αρμόδιος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vastuullinen, pätevä, toimivaltaisten, toimivaltaisen, toimivaltainen, toimivaltaiset
Μεταφράσεις: vastuullinen, pätevä, toimivaltaisten, toimivaltaisen, toimivaltainen, toimivaltaiset