Αρμόδιος στα λιθουανικά

Μετάφραση: αρμόδιος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsakingas, kompetentingas, kompetentinga, kompetentingos, kompetentingai
Αρμόδιος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρμόδιος

αρμόδιος συνώνυμα, αρμόδιος δικαστικός επιμελητής, αρμόδιος τσιβάς, αρμόδιος αντωνυμο, αρμόδιος δρίκος, αρμόδιος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αρμόδιος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αρμοδιότητα στα λιθουανικά - kompetencija, kompetencijos, kompetenciją, kompetencijai, gebėjimai
  • αρμονία στα λιθουανικά - harmonija, darnumas, santarvė, Harmony, harmonijos, harmoniją, darna
  • αρμόζω στα λιθουανικά - kostiumas, tapti, derėti, pritikti, Licować z czymś, Piederēties, Būti tinkamu
  • αρμόζων στα λιθουανικά - pritaikymas, tinkamas, montavimo, įrengimo, montuoti
Τυχαίες λέξεις
Αρμόδιος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsakingas, kompetentingas, kompetentinga, kompetentingos, kompetentingai