Αρμόδιος στα τούρκικα
Μετάφραση: αρμόδιος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sorumlu, yetkili, yetkin, uzman, yeterli
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρμόδιος
αρμόδιος συνώνυμα, αρμόδιος δικαστικός επιμελητής, αρμόδιος τσιβάς, αρμόδιος αντωνυμο, αρμόδιος δρίκος, αρμόδιος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αρμόδιος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αρμοδιότητα στα τούρκικα - alan, toprak, küre, il, hükümet, yetki, devlet, ...
- αρμονία στα τούρκικα - birlik, armoni, uyum, uyumu, harmony, bir uyum
- αρμόζω στα τούρκικα - kostüm, yakışmak, yaraşmak, uygun düşmek
- αρμόζων στα τούρκικα - terbiyeli, uydurma, montaj, uygun, bağlantı, fitting
Τυχαίες λέξεις
Αρμόδιος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sorumlu, yetkili, yetkin, uzman, yeterli
Μεταφράσεις: sorumlu, yetkili, yetkin, uzman, yeterli