Βούληση στα ιταλικά
Μετάφραση: βούληση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
volere, volontà, sarà, saranno, farà, verrà
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούληση
δικαιοπρακτική βούληση, βούληση περίθαλψης εν αδυναμία, ελεύθερη βούληση, κατά βούληση, βούληση για δύναμη, βούληση λεξικό γλώσσας ιταλικά, βούληση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- βουτώ στα ιταλικά - rubare, immergere, pizzico, trafugare, sottrarre, furto, pungere, ...
- βούλα στα ιταλικά - toro, posto, suggellare, foca, punto, guarnizione, luogo, ...
- βούρτσα στα ιταλικά - fratta, spazzolare, pennello, spazzola, folto, spazzolino, spazzola di, ...
- βούτυρο στα ιταλικά - burro, il burro, burro di, di burro, del burro
Τυχαίες λέξεις
Βούληση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: volere, volontà, sarà, saranno, farà, verrà
Μεταφράσεις: volere, volontà, sarà, saranno, farà, verrà