Βούληση στα ουγγρικά
Μετάφραση: βούληση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
akarás, akarat, lesz, fog, majd, fogja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούληση
δικαιοπρακτική βούληση, βούληση περίθαλψης εν αδυναμία, ελεύθερη βούληση, κατά βούληση, βούληση για δύναμη, βούληση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βούληση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βουτώ στα ουγγρικά - becsípés, bemártás, zuhanás, megmártózás, vízbemerülés, lopás, fejesugrás, ...
- βούλα στα ουγγρικά - vízzárás, bika, pecsét, fóka, bulla, padlóbevonat, petty, ...
- βούρτσα στα ουγγρικά - partvis, csalit, kefe, ecset, ecsettel, kefével, ecsetet
- βούτυρο στα ουγγρικά - vaj, vajat, vajra, a vaj, vajjal
Τυχαίες λέξεις
Βούληση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: akarás, akarat, lesz, fog, majd, fogja
Μεταφράσεις: akarás, akarat, lesz, fog, majd, fogja