Βούληση στα ρουμανικά
Μετάφραση: βούληση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
voinţă, voi, va, vor, se va, va fi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούληση
δικαιοπρακτική βούληση, βούληση περίθαλψης εν αδυναμία, ελεύθερη βούληση, κατά βούληση, βούληση για δύναμη, βούληση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βούληση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- βουτώ στα ρουμανικά - nuia, fura, arestare, afunda, cufundați, cu cufundați, scufundai
- βούλα στα ρουμανικά - pată, sigila, recunoaşte, loc, taur, punct, dot, ...
- βούρτσα στα ρουμανικά - perie, tufiş, pensula, perie de, periei, pensulă
- βούτυρο στα ρουμανικά - unt, untul, untului, unt de, de unt
Τυχαίες λέξεις
Βούληση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: voinţă, voi, va, vor, se va, va fi
Μεταφράσεις: voinţă, voi, va, vor, se va, va fi