Βούληση στα νορβηγικά
Μετάφραση: βούληση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vilje, vil
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βούληση
δικαιοπρακτική βούληση, βούληση περίθαλψης εν αδυναμία, ελεύθερη βούληση, κατά βούληση, βούληση για δύναμη, βούληση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, βούληση στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- βουτώ στα νορβηγικά - dyppe, knipe, stupe, dykke, dukke, dukkert, stjele, ...
- βούλα στα νορβηγικά - flekk, plass, okse, tyr, forsegle, sel, klatt, ...
- βούρτσα στα νορβηγικά - buskvegetasjon, børste, pensel, børsten
- βούτυρο στα νορβηγικά - smør, butter, smøret
Τυχαίες λέξεις
Βούληση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: vilje, vil
Μεταφράσεις: vilje, vil