Προσωπικός στα ιταλικά

Μετάφραση: προσωπικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
personale, personali, personal, individuale, privato
Προσωπικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικός

προσωπικός φάκελος υγείας, προσωπικός υπολογιστής, προσωπικός χάρτης, προσωπικός ψηφιακός βοηθός, προσωπικός μαγνητισμός, προσωπικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, προσωπικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • προσωπικά στα ιταλικά - personalmente, personali, persona, personale, di persona
  • προσωπικό στα ιταλικά - personale, staff, il personale, del personale, personale di
  • προσωπικός στα ιταλικά - personale, personali, personal, individuale, privato
  • προσωπικότητα στα ιταλικά - personalità, di personalità, la personalità, della personalità, personalità di
  • προσωποποιώ στα ιταλικά - personificare, impersonare, rappresentare, spacciarsi, spacciarsi per, impersonate
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: personale, personali, personal, individuale, privato