Σκεπάζω στα ιταλικά
Μετάφραση: σκεπάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
coperta, coltre, vestire, rivestire, vestirsi, vestirà, rivestirci
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκεπάζω
σκεπάζω ονειροκρίτης, σκεπάζω συνωνυμα, σκεπάζω αγγλικά, σκεπάζω συνώνυμο, σκεπάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, σκεπάζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σκαστός στα ιταλικά - sta 'zitto, zitto, tacere, stare zitto, chiudere
- σκελετός στα ιταλικά - scheletro, cornice, formare, intelaiatura, struttura, ossatura, inquadrare, ...
- σκεπή στα ιταλικά - tetto, housetop, carving
- σκεπτικισμός στα ιταλικά - scetticismo, lo scetticismo, di scetticismo
Τυχαίες λέξεις
Σκεπάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: coperta, coltre, vestire, rivestire, vestirsi, vestirà, rivestirci
Μεταφράσεις: coperta, coltre, vestire, rivestire, vestirsi, vestirà, rivestirci