Σκεπάζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σκεπάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
облечеш, облекувам, облечи, облека, облечат
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκεπάζω
σκεπάζω ονειροκρίτης, σκεπάζω συνωνυμα, σκεπάζω αγγλικά, σκεπάζω συνώνυμο, σκεπάζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σκεπάζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σκαστός στα σλαβομακεδονικά - затвори, замолчи, замолчат, замолчите, замолчам
- σκελετός στα σλαβομακεδονικά - костур, скелетот, скелет, костурот
- σκεπή στα σλαβομακεδονικά - кровот, покривот
- σκεπτικισμός στα σλαβομακεδονικά - скептицизмот, скептицизам, скепса, скептичност, скепсата
Τυχαίες λέξεις
Σκεπάζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: облечеш, облекувам, облечи, облека, облечат
Μεταφράσεις: облечеш, облекувам, облечи, облека, облечат