Σκεπάζω στα ρουμανικά
Μετάφραση: σκεπάζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
se îmbrăca, îmbrăca, îmbrace, îmbrăcați, îmbracă
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκεπάζω
σκεπάζω ονειροκρίτης, σκεπάζω συνωνυμα, σκεπάζω αγγλικά, σκεπάζω συνώνυμο, σκεπάζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σκεπάζω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- σκαστός στα ρουμανικά - taci, închis, taci din gură, tacă, închidă
- σκελετός στα ρουμανικά - model, ram, schelet, cadru, scheletul, schelet de, din carcase, ...
- σκεπή στα ρουμανικά - acoperiş, acoperiș
- σκεπτικισμός στα ρουμανικά - scepticism, scepticismul, scepticismului, de scepticism, sceptic
Τυχαίες λέξεις
Σκεπάζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: se îmbrăca, îmbrăca, îmbrace, îmbrăcați, îmbracă
Μεταφράσεις: se îmbrăca, îmbrăca, îmbrace, îmbrăcați, îmbracă