Σκεπάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σκεπάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апранаць, адзяваць, одевать
Σκεπάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκεπάζω

σκεπάζω ονειροκρίτης, σκεπάζω συνωνυμα, σκεπάζω αγγλικά, σκεπάζω συνώνυμο, σκεπάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σκεπάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σκαστός στα λευκορωσικά - затыкніся, заткніся, змоўч, замаўчы
  • σκελετός στα λευκορωσικά - структура, шкілет
  • σκεπή στα λευκορωσικά - столь, дах, страха
  • σκεπτικισμός στα λευκορωσικά - скептыцызм, скептыцызму, скептыцым, скептыцызмам, скэптыцызм
Τυχαίες λέξεις
Σκεπάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: апранаць, адзяваць, одевать