Σκεπάζω στα ρωσικά

Μετάφραση: σκεπάζω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
чепрак, одеяло, покрывало, попона, пелена, одевать, одеть, облечь, облачиться, облачаются
Σκεπάζω στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκεπάζω

σκεπάζω ονειροκρίτης, σκεπάζω συνωνυμα, σκεπάζω αγγλικά, σκεπάζω συνώνυμο, σκεπάζω λεξικό γλώσσας ρωσικά, σκεπάζω στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • σκαστός στα ρωσικά - резонирующий, раскатистый, звучный, гулкий, заткнись, заткнуться, замолчать, ...
  • σκελετός στα ρωσικά - образец, станина, кадр, основа, сруб, обрамление, рамки, ...
  • σκεπή στα ρωσικά - кровля, убежище, кров, империал, навес, приют, прибежище, ...
  • σκεπτικισμός στα ρωσικά - скептицизм, маловерие, скептик, скепсис, скептицизма, скептицизм по, скептическое
Τυχαίες λέξεις
Σκεπάζω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: чепрак, одеяло, покрывало, попона, пелена, одевать, одеть, облечь, облачиться, облачаются