Σκεπάζω στα σουηδικά
Μετάφραση: σκεπάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kläda, klä, kläder, bekläda, klär
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκεπάζω
σκεπάζω ονειροκρίτης, σκεπάζω συνωνυμα, σκεπάζω αγγλικά, σκεπάζω συνώνυμο, σκεπάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, σκεπάζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- σκαστός στα σουηδικά - ljudlig, käften, tyst, hålla käften, instängd, hålla tyst
- σκελετός στα σουηδικά - ram, stomme, skelett, karm, struktur, skelettet, skelett-
- σκεπή στα σουηδικά - tak, housetop, HUSTAK, taket för, hustaket, taket skall
- σκεπτικισμός στα σουηδικά - skepsis, skepticism, skeptiska, skepticismen, skeptisk
Τυχαίες λέξεις
Σκεπάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kläda, klä, kläder, bekläda, klär
Μεταφράσεις: kläda, klä, kläder, bekläda, klär