Σκίζω στα κροατικά
Μετάφραση: σκίζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odcijepiti, rastrgati, cijepati, raskinuti, rascjep, kidati, poderati, parati, pokidati, poderotina
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκίζω
σκίζω τα ρούχα μου, σκίζω ή σκίζω, σκίζω τη γάτα, σκίζω slang, σκίζω ρίζω το λεμόνι, σκίζω λεξικό γλώσσας κροατικά, σκίζω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- σκέψη στα κροατικά - sagledavanje, misli, pomislila, mislio, ugled, sjećanje, osmišljenog, ...
- σκήπτρο στα κροατικά - žezlo, skiptar, palicu
- σκίουρος στα κροατικά - vjeverica, Squirrel, vjeverice, asinkroni
- σκίτσο στα κροατικά - crtica, skica, skicirati, studija, crtež, skicu, nacrt, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκίζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: odcijepiti, rastrgati, cijepati, raskinuti, rascjep, kidati, poderati, parati, pokidati, poderotina
Μεταφράσεις: odcijepiti, rastrgati, cijepati, raskinuti, rascjep, kidati, poderati, parati, pokidati, poderotina