Σκίζω στα αλβανικά

Μετάφραση: σκίζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lot, çjerr, shqyej, gris, njeri i shthurur, grisje, kalë rrangallë
Σκίζω στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκίζω

σκίζω τα ρούχα μου, σκίζω ή σκίζω, σκίζω τη γάτα, σκίζω slang, σκίζω ρίζω το λεμόνι, σκίζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, σκίζω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • σκέψη στα αλβανικά - ide, mendim, të menduarit, menduar, duke menduar, menduarit, mendojnë
  • σκήπτρο στα αλβανικά - skeptër, skeptri, skeptrin, ligjëvënësi, ligjvënësi
  • σκίουρος στα αλβανικά - ketri, ketër, Squirrel, ketri i
  • σκίτσο στα αλβανικά - skicë, skemë, sketch, skica, skice
Τυχαίες λέξεις
Σκίζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: lot, çjerr, shqyej, gris, njeri i shthurur, grisje, kalë rrangallë